Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
Greek
Proper noun
Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας • (Omospondiakí Dimokratía tis Germanías) f
Declension
- see: ομοσπονδιακός (omospondiakós), Δημοκρατία (Dimokratía) and Γερμανία (Germanía)
Synonyms
- Γερμανία f (Germanía, “Germany”)
Further reading
- Γερμανία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.