μεσονύκτιος
Greek
Pronunciation
- IPA(key): /me.soˈni.kti.os/
- Hyphenation: με‧σο‧νύ‧κτι‧ος
Declension
Declension of μεσονύκτιος
number case \ gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | μεσονύκτιος • | μεσονύκτια • | μεσονύκτιο • | μεσονύκτιοι • | μεσονύκτιες • | μεσονύκτια • |
genitive | μεσονύκτιου • | μεσονύκτιας • | μεσονύκτιου • | μεσονύκτιων • | μεσονύκτιων • | μεσονύκτιων • |
accusative | μεσονύκτιο • | μεσονύκτια • | μεσονύκτιο • | μεσονύκτιους • | μεσονύκτιες • | μεσονύκτια • |
vocative | μεσονύκτιε • | μεσονύκτια • | μεσονύκτιο • | μεσονύκτιοι • | μεσονύκτιες • | μεσονύκτια • |
Related terms
- and see: μεσάνυχτα f (mesánychta, “midnight”)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.