αποτεφρωτήρας
Greek
Declension
declension of αποτεφρωτήρας
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | αποτεφρωτήρας • | αποτεφρωτήρες • |
genitive | αποτεφρωτήρα • | αποτεφρωτήρων • |
accusative | αποτεφρωτήρα • | αποτεφρωτήρες • |
vocative | αποτεφρωτήρα • | αποτεφρωτήρες • |
Related terms
- see: αποτέφρωση f (apotéfrosi, “cremation”)
Further reading
- αποτεφρωτήρας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- αποτεφρωτήρας - Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.