απολλώνιος
Greek
Declension
Declension of απολλώνιος
number case \ gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | απολλώνιος • | απολλώνια • | απολλώνιο • | απολλώνιοι • | απολλώνιες • | απολλώνια • |
genitive | απολλώνιου • | απολλώνιας • | απολλώνιου • | απολλώνιων • | απολλώνιων • | απολλώνιων • |
accusative | απολλώνιο • | απολλώνια • | απολλώνιο • | απολλώνιους • | απολλώνιες • | απολλώνια • |
vocative | απολλώνιε • | απολλώνια • | απολλώνιο • | απολλώνιοι • | απολλώνιες • | απολλώνια • |
Related terms
- see: Απόλλων m (Apóllon, “Apollo”)
Further reading
- Απόλλων on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.