αντιμετάθεση
Greek
Etymology
From αντί (antí) + μετάθεση (metáthesi).
Noun
αντιμετάθεση • (antimetáthesi) f (plural αντιμεταθέσεις)
- (linguistics, phonology) metathesis (interversion of two sounds)
Declension
declension of αντιμετάθεση
case \ number | singular | plural | |
---|---|---|---|
nominative | αντιμετάθεση • | αντιμεταθέσεις • | |
genitive | αντιμετάθεσης • | αντιμεταθέσεων • | |
accusative | αντιμετάθεση • | αντιμεταθέσεις • | |
vocative | αντιμετάθεση • | αντιμεταθέσεις • | |
Older or formal genitive singular: αντιμεταθέσεως • |
Coordinate terms
- αντιστροφή f (antistrofí, “inversion”)
Further reading
- αντιμετάθεση - Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.