αναδιανομή
Greek
Declension
declension of αναδιανομή
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | αναδιανομή • | αναδιανομές • |
genitive | αναδιανομής • | αναδιανομών • |
accusative | αναδιανομή • | αναδιανομές • |
vocative | αναδιανομή • | αναδιανομές • |
Synonyms
- (redistribution): αναδασμός f (anadasmós) (of land)
- (redistribution): ανακατανομή f (anakatanomí)
- (redistribution): ξαναμοίρασμα f (xanamoírasma)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.