αερόμετρο
Greek
Pronunciation
- IPA(key): /aeˈɾometɾo/
- Hyphenation: α‧ε‧ρό‧με‧τρο
Declension
declension of αερόμετρο
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | αερόμετρο • | αερόμετρα • |
genitive | αερομέτρου •, αερόμετρου • | αερομέτρων • |
accusative | αερόμετρο • | αερόμετρα • |
vocative | αερόμετρο • | αερόμετρα • |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.