Μεγάλη Άρκτος
See also: Μεγάλη Ἄρκτος
Greek
Pronunciation
- IPA(key): /meˈɣa.li ˈaɾ.ktos/
- Hyphenation: Με‧γά‧λη Άρ‧κτος
Declension
Μεγάλη Άρκτος
case \ number | singular |
---|---|
nominative | Μεγάλη Άρκτος • |
genitive | Μεγάλης Άρκτου • |
accusative | Μεγάλη Άρκτο • |
vocative | Μεγάλη Άρκτε • |
Related terms
- Μικρή Άρκτος f (Mikrí Árktos)
- μεγάλος (megálos, “big”)
- άρκτος (árktos, “bear”) (formal)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.